Πολλά λέγονται και πολλά ακούγονται αυτόν τον καιρό γύρω από την καταγωγή των Μινωιτών Κρητικών. Εμφανίζονται πολλοί υποψήφιοι "πατέρες" ενός πολιτισμού, ο οποίος ποτέ δεν θεωρήθηκε "ορφανός". Είναι βέβαιον ότι αυτά όλα δεν είναι τυχαία, παρά κρύβουν μεθοδεύσεις, των οποίων τους στόχους θα μάθουμε σύντομα. Κάποιοι είναι προφανές ότι στο άμεσο μέλλον θα εγείρουν θέμα διεκδικήσεων στην ελληνική Μεγαλόνησο. Αυτοί οι αυθαίρετοι σφετεριστές του νησιού είναι εκείνοι που "ανοίγουν" τη συζήτηση περί της καταγωγής των αρχαίων Κρητών. Το πιο τραγικό για όλους αυτούς που τα μεθοδεύουν είναι ότι δεν μπορούν να στηρίξουν τους ισχυρισμούς τους ούτε με βάση την απλή λογική. Πόσο μάλλον με βάση την πάγια επιστημονική πρακτική, η οποία απαιτεί την κατάθεση αδιάσειστων ιστορικών στοιχείων.
Είναι τόσο προφανές το αβάσιμο των ισχυρισμών τους, που δεν υπάρχει καν λόγος να καταφύγουμε στην αναζήτηση στοιχείων από έγκυρες ιστορικές πηγές. Να χρησιμοποιήσουμε δηλαδή μεθόδους, οι οποίες ανήκουν στη σφαίρα της επιστήμης της ιστορίας. Εμείς, επειδή σεβόμαστε όλους τους σοβαρούς λαούς, που έχουν αφήσει πίσω τους "έργο", θεωρούμε ότι μόνον αυτοί δικαιούνται να αντιμετωπίζονται με τον σεβασμό στα δεδομένα της ιστορικής επιστήμης. Για τους Εβραίους δεν θεωρούμε καν την ανάγκη να επικαλεστούμε ιστορικές αποδείξεις. Οι ίδιοι δεν το δικαιούνται και εμείς δεν καταδεχόμαστε να το κάνουμε αυτό. Για τους Εβραίους αρκεί η απλή λογική ...και περισσεύει. Δεν δικαιούνται τα "παράσιτα" να μελετηθούν όμοια με τα "θηρία" της ανθρωπότητας.
Θα πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, για να καταλάβει ο αναγνώστης τι ακριβώς θέλουμε να πούμε. Υπάρχουν μερικά ιστορικά προβλήματα, τα οποία, για να λυθούν, απαιτούν λεπτομερείς ιστορικές αποδείξεις και άλλα που για το ίδιο αποτέλεσμα απαιτούν μόνον τη λογική. Απλά πράγματα. Όταν έχεις ένα παιδί, του οποίου την πατρότητα διεκδικούν πολλοί άνδρες, πρέπει να κάνεις έρευνα DNA. Να χρησιμοποιήσεις το σύνολο της διαθέσιμης τεχνολογίας προκειμένου να επιβεβαιώσεις ή να απορρίψεις τον ισχυρισμό του κάθε υποψηφίου. Να παραθέσεις τεκμήρια, τα οποία θα καταστήσουν άτρωτη αυτήν τη γνωμάτευση. Το τεστ DNA είναι ένα αξιόπιστο επιστημονικό μέσο, για να "αποφανθεί" κάποιος για το ποιος από τους επίδοξους διεκδικητές της πατρότητας έχει δίκιο και όλοι οι υπόλοιποι άδικο. Ποιος ΕΝΑΣ λέει την αλήθεια και ποιοι ΟΛΟΙ οι υπόλοιποι λένε ψέματα.
Αυτά όλα έχουν σημασία, όταν οι υποψήφιοι είναι "ικανοί" ως άνδρες. Όταν ο καθένας από αυτούς, που θα εξεταστεί για τους ισχυρισμούς του, ακόμα κι αν δεν είναι ο πατέρας, θα μπορούσε να είναι. Όταν κάποιος είναι "στείρος", δεν χρειάζεται καν να μπεις στον κόπο να τον "αναλύσεις". Όταν κάποιος έχει υποστεί "στείρωση" από τη βρεφική του ηλικία, δεν υπάρχει λόγος να γίνει ανάλυση DNA. Ό,τι κι αν ισχυριστεί είναι ψέμα, εφόσον δεν έχει ούτε τη θεωρητική δυνατότητα να γίνει πατέρας. Δεν τον αφορά καμία ανάλυση DNA. Αυτό ακριβώς συμβαίνει με τους Εβραίους. Δεν μπορούν να είναι οι δημιουργοί του Μινωικού Πολιτισμού, γιατί απλούστατα είναι "στείροι" στον τομέα της δημιουργίας. Δεν μπορεί να είναι δημιουργοί του Μινωικού Πολιτισμού, γιατί δεν θα μπορούσαν να είναι δημιουργοί και κανενός άλλου πολιτισμού.
Θα μπορούσαν δηλαδή ακόμα και οι Μάγια ή οι Ίνκας να διεκδικήσουν την "πατρότητα" του Μινωικού Πολιτισμού, αλλά όχι οι Εβραίοι. Όσο παράλογοι εκ πρώτης όψεως κι αν φαίνονταν οι ισχυρισμοί των υπερατλαντικών "σφετεριστών", θα απαιτούνταν ιστορικά στοιχεία για ν' αποκρουστούν. Το απαιτεί η αλήθεια και το απαιτεί ο σεβασμός απέναντι σ' αυτούς τους λαούς. Το ίδιο όμως δεν ισχύει, όταν οι "σφετεριστές" είναι Εβραίοι. Δεν ακολουθείται αυτή η διαδικασία, όταν αυτοί οι ισχυρισμοί έρχονται από την πλευρά των Εβραίων. Γιατί; Γιατί οι μεν είναι "ικανοί" δημιουργοί πολιτισμών και θα μπορούσαν θεωρητικά να είναι οι δημιουργοί και του Μινωικού Πολιτισμού, ενώ οι δε είναι "ανίκανοι" και δεν θα μπορούσαν να είναι δημιουργοί όχι μόνον του Μινωικού Πολιτισμού, αλλά και του οποιουδήποτε πολιτισμού, όσο ασήμαντος κι να ήταν αυτός.
Αυτό σημαίνει απλά ότι οι Μινωίτες δεν θα μπορούσαν για κανέναν λόγο να είναι Εβραίοι. Θα μπορούσαν να είναι ακόμα και εξωγήινοι, αλλά όχι Εβραίοι. Γιατί; Γιατί απλούστατα ό,τι κι αν ήταν, ήταν δημιουργοί πολιτισμού. Οι δημιουργία ενός πολιτισμικού μοντέλου απαιτεί κόπο, γνώση και προπάντων θυσία. Απαιτεί να μετακινήσεις "βουνά", να εκτρέψεις "ποταμούς" και να πολεμήσεις όλους εκείνους, οι οποίοι θα θελήσουν να σου αρπάξουν τον καρπό του κόπου σου. Απαιτεί τόνους ιδρώτα, χιλιάδες αγωνίες, άπειρες απογοητεύσεις και αίμα. Πολύ αίμα. Όσο πιο σημαντικός είναι ο καρπός του επιτεύγματός σου, τόσο πιο δελεαστικός γίνεται για τον περίγυρο, ο οποίος θέλει να τον οικειοποιηθεί. Θηρία αδίστακτα, που θέλουν ν' αρπάξουν αυτό το οποίο δημιούργησες. Δολοφόνοι, που θέλουν να κατοικήσουν στο παλάτι το οποίο έχτισες. Διψασμένοι κακοποιοί, οι οποίοι θέλουν να πίνουν νερό από τη βρύση που κατασκεύασες. Αδίστακτοι πεινασμένοι, οι οποίοι θέλουν να χορτάσουν από το χωράφι που έσπειρες.
Ένας λαός αδύναμος δεν μπορεί να δημιουργήσει ένα τέτοιο πολιτισμικό μοντέλο, όχι τόσο επειδή δεν μπορεί να το "στήσει", όσο επειδή δεν θα του επιτρέψει ο περίγυρος να το κρατήσει για λογαριασμό του. Η ανθρωπότητα έχει άγρια ένστικτα και για όσο διάστημα δεν βρίσκεται η ιδανική λύση στα προβλήματά της, θα λειτουργεί σαν αγέλη θηρίων. Αγέλη πεινασμένων θηρίων, τα οποία, όταν δεν τους φτάνουν αυτά τα οποία έχουν, αρπάζουν κι αυτά των άλλων. Μέσα σ' αυτό το άγριο και φονικό ανθρώπινο περιβάλλον ο καθένας λειτουργεί με τον τρόπο που τον συμφέρει. Με τον τρόπο που τον βολεύει να επιβιώσει. Είναι λογικό λοιπόν ένας αδύναμος λαός ν' αποφεύγει τη δημιουργία, γιατί αυτή "προκαλεί". Η πρόκληση φέρνει την "περιέργεια" των άλλων θηρίων και από εκεί ξεκινάει η μάχη. Η σκληρή μάχη για τα λίγα "καλά", που μπορεί να κοστίσει τα πάντα.
Ότι, εμείς οι Δυτικοί πιστεύουμε για τα μήλα "ότι ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα", οι Ασιάτες το αποδίδουν στα Τζίτζιφα.. Η Τζιτζιφιά -Ziziphus jujuba-.θεωρείται δέντρο με καταγωγή την Ασία που έχει εγκλιματιστεί στην Ελλάδα και σε άλλες παραμεσόγειες χώρες, άγνωστο πότε. Κάποτε τις συναντούσε κανείς πολύ συχνά στο λεκανοπέδιο, όπως και τις θεόρατες πιπεριές και τους ευκαλύπτους, και η μυρωδιά που ανέδιδαν σφράγισε την παιδική μας ηλικία. Μετά ήρθαν τα αυτοκίνητα, χρειάστηκε να μεγαλώσουν οι δρόμοι -να πλατύνουν- και τα περισσότερα απ'αυτά τα δέντρα θυσιάστηκαν στο όνομα της ανάπτυξης. Στη χώρα μας το δέντρο έχει σχεδόν ξεχαστεί, ενώ αλλού στον κόσμο καλλιεργείται για τους καρπούς του. Φτιάχνουν μ'αυτούς μαρμελάδες, καραμέλες και γλυκά. Τα παιδιά μου δεν έχουν δει ποτέ τζιτζιφιά, πόσο μάλλον να γνωρίζουν τη γεύση της, ή να έχουν ζήσει την περιπέτεια του μαζέματος των καρπών της ανάμεσα στα αγκαθωτά κλαριά της. Είναι δένδρο καρποφόρο, φυλλοβόλο, με δίχρωμα φύλλα σαν της ελιάς που ανθίζει το καλοκαίρι και εκπέμπει ένα ευχάριστο λεπτό άρωμα που διαχέεται σε μεγάλη έκταση. Καλλιεργείται εντατικά στην Κίνα και αλλού -όπου θεωρείται και τόπος καταγωγής του δέντρου-και ο καρπός της διατίθεται σε πολλές μορφές νωπός ή αποξηραμένος, σαν καραμέλα αλλά και σαν τουρσί!!! Οι καρποί είναι δρύπες, μοιάζουν με τις ελιές όταν είναι άγουροι, σταδιακά γίνονται καφέ όταν ωριμάζουν το φθινόπωρο, και γλυκαίνουν. Μοιάζουν στη γεύση με ώριμο μήλο. Όταν προορίζονται για νωπή κατανάλωση συλλέγονται μόλις ο φλοιός τους αποκτήσει το χαρακτηριστικό σκούρο χρώμα. Εάν προορίζονται για αποξήρανση συλλέγονται υπερώριμοι, αφού συρρικνωθούν επάνω στα δένδρα. Η αποξήρανση τους γίνεται με έκθεση στον ήλιο για όσο διάστημα απαιτείται, και διατηρούνται σε καλή κατάσταση για ένα χρόνο. Συστατικά: Ο καρπός περιέχει φλαβονοειδή, γλίσχρασμα(1) σαπωνίνες, σάκχαρα, βιταμίνες Α, Β2,και C, ιχνοστοιχεία, ασβέστιο,και σίδηρο. Οι σπόροι περιέχουν σαπωνίνες και αιθέρια έλαια. Ο φλοιός της Τζιτζιφιάς περιέχει τανίνες και είναι στυπτικός. Χρησιμοποιείται και στη Δυτική και στην Κινέζικη βοτανολογία. Στην Κίνα η ποικιλία Da Zao χρησιμοποιείται για να τονώσει τη σπλήνα και το στομάχι, στην αντιμετώπιση της δύσπνοιας, σε σοβαρές συναισθηματικές διαταραχές,σε αδυναμία των νεύρων, για να ισορροπήσει την πίεση, σαν σιρόπι για να καλύψει τις γεύσεις των δυσάρεστων βοτάνων,κ.ά. Στην πραγματικότητα, εάν ο καρπός της άγριας τζιτζιφιάς λαμβάνεται σε καθημερινή βάση, βελτιώνει το χρώμα του δέρματος και τον τόνο, δύο σημεία που δηλώνουν την σωματική ευεξία. Η ωφέλειά του γίνεται φανερή αν λαμβάνεται συχνά και προληπτικά.
Μέρη που χρησιμοποιούνται: Κάθε μέρος του φυτού χρησιμοποιείται για μια θεραπεία.
"Τζιτζιφιανός κατάγομαι και τόχω σ’ έπαινό μου, πως καραμπάσι βγάνουνε μονάχα στο χωριό μου"
Έφευγαν από το χωριό τους Τζιτζιφέ Αποκορώνου με τα πόδια και για μέρες ή και 2-3 εβδομάδες περιόδευαν στα χωριά της Κρήτης, πουλώντας το περίφημο καραμπάσι, σημαντικό φάρμακο για εκείνες τις παλιότερες εποχές. Τί ήταν το καραμπάσι; Ήταν ένα υποκίτρινο υγρό, ένα αιθέριο έλαιο, που προερχόταν από την απόσταξη φύλλων δάφνης. Ήταν γνωστό και σαν δαφνέλαιο, αλλά η παράδοση του χωριού Τζιτζιφέ Αποκορώνου, του μοναδικού τόπου σ΄όλη την Ελλάδα, που το παρασκεύαζε, το ήθελε καραμπάσι, ονομασία τουρκικής προέλευσης. Έφευγαν, λοιπόν, με τα πόδια τα παλιότερα χρόνια οι καραμπασάδες του Τζιτζιφέ, παίρνοντας μαζί τους και μια ή το πολύ δύο οκάδες καραμπάσι.
Αποσταχτήρας που παρασκεύαζε καραμπάσι στον Τζιτζιφέ Αποκορώνου
Πήγαιναν από χωριό σε χωριό, στο Νομό Χανίων και στο Νομό Ρεθύμνου, αλλά έφταναν και μέχρι τη Μεσαρά και τα χωριά του Νομού Ηρακλείου, στο στυλ του μικροπωλητή, για να πουλήσουν την πραμάτεια τους. Ένας καραμπασάς εκείνης της εποχής, ο Γιάννης Καλυκάκης, όπως μπορεί να διαβάσει κανείς στο βιβλίο «Το Καραμπάσι. Μια μοναδικότητα της Ελλάδας», που συνέγραψε ο Τζιτζιφιανός γαμπρός Αλέξανδρος Χριστοδουλόπουλος και εξέδωσε το 2003 ο «Σύλλογος των εν Αττική και Απανταχού Τζιτζιφιανών», λέει:
Πριν πολλά χρόνια στη χώρα μας, ο άνθρωπος, αφού δεν υπήρχανε διάφορα μέσα για την καλλιέργεια, προκειμένου να διαβιώσει, προχώρησε στην κατασκευή αυτοσχέδιων μέσων, ανάλογο για κάθε εργασία. Έτσι όσο περνούσανε τα χρόνια, προχωρούσε και στην βελτίωση αυτών, επιτυγχάνοντας καλύτερη πρόοδο.
Πιστός στο χάρισμα της νοημοσύνης που του έδωσε ο δημι¬ου¬ρ¬γός Θεός, να κατοικεί στην γη, να εργάζεται και να επιβάλλεται σε όλα τα δημιουργήματά του.
Μεταξύ αυτών που κατασκεύασαν για την διαβίωση του, την ενδυμασία του και την μεταφορά αυτών και για την αξιοποίηση όλων προς το καλύτερο και περισσότερο, προχώρησε και σε αυτοσχέδια μέσα, προστασίας αυτών, αλλά και του ίδιου. Ένα από αυτά και το σπουδαιότερο της εποχής, ήτανε και η κατσούνα.
Η κατασκευή αυτής προέρχεται, από ένα ευθύγραμμο ξύλο, κανονικού μεγέθους, προερχόμενο συνήθως από άγρια δέντρα, όπως: από πρινάρι, ελιά, ασφένταμο, λωτό κ.λπ. Την άνοιξη ή το καλοκαίρι, το έκοβε από το δέντρο του και με ανάλογη επεξεργασία το διαμόρφωνε, έτσι, ώστε στο ένα άκρος αυτού, να σχηματιστεί, στρογγυλός γάντζος σε μήκος 1,10μ.
Μετά από την κατασκευή της, στην Κρήτη, πήρε τ’ όνομα κατσούνα, ενώ σε άλλα μέρη της χώρας μας, έχει άλλες, αλλά παρό¬μοιες ονομασίες.
Όπως στο κάθε επάγγελμα, υπάρχουν διάφορες ειδικότητες, έτσι και η κατσούνα είχε διάφορες υποχρεώσεις, απέναντι του αφεντικού της, που την είχε για την καθημερινή του εξυπηρέτηση, όπως: ο κτηνοτρόφος να πιάνει τα πρόβατά του, όταν ήτανε ανάγκη, ο γεωργός, να μαζεύει τα διάφορα φρούτα (σύκα, αχλάδια, δαμάσκηνα, κ.λπ.), να την χρησιμο¬ποιεί ο κάτοχός της για το περπάτημά του, όταν ήτανε σε μεγάλη ηλικία, όπως και σήμερα, να τον προστατεύει σε τυχόν επίθεση και να την έχουν στο σπίτι τους για ενθύμιο οι νοέτεροι.
Μια ημέρα που περνούσε ο αγροφύλακας του χωριού από τον δρόμο, στην άκρη ενός αμπελιού πρόσεξε τον άγριο λωτό να έχει ένα κατάλληλο ευθύγραμμο ξύλο για κατσούνα. Το έκοψε και στο σπίτι του το διαμόρφωσε σε μία ωραία κατσούνα και μετά την τοποθέτησε στην αποθήκη του μαζί με πολλές άλλες που είχε.
Ξέρανε οι χωριανοί ότι τις πουλούσε για να παίρνει τα τσιγάρα του ή τις δώριζε σε φίλους του. Μια οικογένεια του χωριού είχε προβλήματα. Η μάνα και τα παιδιά τους, ήτανε ενάντια του πατέρα. Αυτός πάντα εργατικός και τους πήγαινε τα πάντα να διαβιώνουν πάντοτε καλύτερα, αλλά δεν μένανε ευχαριστημένοι και όλο παράπονα εναντίον του. Δεν μπορούσε να τους αντέξει από την αχαριστία τους. Αποφάσισε και πήρε μία κατσούνα από την αποθήκη όταν απουσιάζανε και την τοποθέτησε στο σπίτι, δίπλα στο τζάκι, με σκοπό αν ξανά του βγάλουνε γλώσσα και αν του κάνουνε παράπονα, ότι δεν περνούνε καλά, να τους χτυπήσει όλους με την κατσούνα να σταματήσουν. Όταν μπήκανε στο σπίτι και την είδανε, καταλάβανε ότι ο πατέρας είχε κακές διαθέσεις γι’ αυτούς. Οπότε κανείς τους δεν μίλησε από εκείνη την ημέρα και όλοι τους αλλάξανε συμπεριφορά σε όλα.
Επίσης όταν κάποιος στο χωριό, ήτανε ανάποδος και έκανε συνέχεια φασαρίες με το παραμικρό και δεν έπαιρνε από τα λόγια των χωριανών, λέγανε μόνο με δυο κατσουνιές στην πλάτη θα στρώσει. Πράγματι όταν τον χτυπούσανε, αμέσως άλλαζε συμπεριφορά. Γι’ αυτό είχανε συνήθεια να λένε: όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος και είναι αλήθεια και για σήμερα, έπρεπε, αλλά δεν γίνεται.
Ακόμα λέγανε στο χωριό, όταν βλέπανε ότι κάποιος χωριανός δεν πήγαινε καλά ή στο καφενείο μεθούσε ή δεν δούλευε και δεν είχανε ψωμί στο σπίτι τους να φάνε: μόνο με δυο κατσουνιές θα κοπούνε όλα αυτά. Η κατσούνα, ειδικά στην Κρήτη, ήτανε το μοναδικό, προστατευτικό εργαλείο (όπλο) ατομικό και οικογενειακό. Προστάτευε τον ανδρισμό του ατόμου που την κρατούσε.
Τα παλιά χρόνια, όλοι οι νέοι στα χωριά, πάνω από τα 15 χρόνια τους, κρατούσανε κατσούνες, ενώ σήμερα έχει περιοριστεί, μόνο στους μεγάλους σε ηλικία και διατηρείται επίσης μόνο στα ορεινά χωριά και συνεχίζει να τους εξυπηρετεί σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις.
Τελειώνοντας, ένας χωριανός ήτανε ο μόνος που αναγνώρισε όλα τα παραπάνω που του προσέφερε η κατσούνα του και την αγαπούσε σαν να ήτανε, ένα από τα έξι παιδιά που είχε. Ως ένδειξη αυτών, μία ημέρα του καλοκαιριού, πήρε την κατσούνα του και πήγε με την παρέα του στην βρύση του χωριού, καθίσανε στην σκιά ενός πλατάνου και το στρώσανε στις ρακές. Μετά από λίγο κέφι τους τραγούδησε τις παρακάτω μαντινάδες για την κατσούνα του, που κρατούσε:
Κατσούνα μου, κοπέλι μου δείξε την αφεντιά σου όταν γεράσω και πονώ θέλω την συντροφιά σου.
Κατσούνα ν’ έχει ο βοσκός ράσο, τσιφτέ και σκύλο βουργιάλι ν’ έχει φαγητό ποτέ δεν κάνει πίσω.
Κατσούνα όταν σε χρειαστώ να έχεις ψυχραιμία του αφεντικού σου η ζωή έχει πάντα αξία.
Όταν γεράσουμε κι οι δυο θα φύγουμε αντάμα, στου Άδη τις βουνοκορφές θα ζήσουμε για πάντα.
Οι εφαρμογές του ξύλου στην Αρχαία Ελλάδα ήταν πολυάριθμες και σε μεγάλη κλίμακα. Αυτό αποδεικνύεται από πολλά στοιχεία τα οποία καταμαρτυρούν την ευρεία κατανάλωση του ξύλου και την παράλληλη καταστροφή των δασών.
Η υλοτομία των δασών για το ξύλο τους υπήρξε κύριος παράγοντας καταστροφής από αρχαία χρόνια έως σήμερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον Όμηρο, άλλους αρχαίους συγγραφείς και την Αγία Γραφή, η λέξη «ύλη» σημαίνει δάσος, δένδρο, ξύλο και υλικό. Το ξύλο ήταν το απαραίτητο υλικό για βάρκες και πλοία, κατοικίες και άλλα κτίσματα, όπλα και άλλες πολεμικές κατασκευές, αγροτικά εργαλεία (άροτρα κ.λ.π.), άλλα διάφορα προϊόντα και καυσόξυλα.
Για την κατασκευή πλοίων και άλλες ανάγκες σε ξύλο, είναι ενδιαφέρον να αναφερθούν ορισμένα στοιχεία ( Τσουμής Γ.): Οι τριήρεις των αρχαίων Ελλήνων είχαν μήκος 40 m και πλήρωμα 200 ανδρών, ενώ στη Μακεδονία κατασκευάσθηκαν πλοία με πλήρωμα 1.800 άνδρες. Στην Αίγυπτο, την εποχή των Πτολεμαίων, σχεδιάσθηκε πλοίο με 120 m μήκος και 4.000 κωπηλάτες, που όμως πιστεύεται ότι δεν χρησιμοποιήθηκε. Αναφέρονται πλοία με κατάρτια που είχαν ύψος ως 40 m και κουπιά με μήκος ως 18 m. Στο Βυζάντιο οι «δρόμονες» είχαν 45 m μήκος και 100 κουπιά.
Ένα πλοίο που θεωρείται το μεγαλύτερο της αρχαιότητας, αναφέρεται ότι στο πρώτο του ταξίδι μετέφερνε 4.000 τόνους που περιλάμβαναν 60.000 «μέτρα σιτάρι», 10.000 αμφορείς με παστά ψάρια, 20.000 τάλαντα (500 περίπου τόνους) και 20.000 τάλαντα διάφορα άλλα προϊόντα.
Ο Ξέρξης ήρθε να κατακτήσει την Ελλάδα με 4.200 πλοία και νικήθηκε από τους Έλληνες που είχαν 350 πλοία. Για να γίνει ένα μεγάλο πολεμικό πλοίο του 18ου αιώνα έπρεπε να υλοτομηθούν περίπου 4.000 δένδρα δρυός. Οι ποσότητες ξύλου που καταναλώνονταν ήταν τεράστιες, αν σκεφθεί κανένας τους μεγάλους στόλους της Βενετίας, της Φλωρεντίας και αργότερα της Ισπανίας, της Γαλλίας και της Μ. Βρετανίας και ότι τα ξύλινα πλοία καταστρέφονταν από φωτιά, σήψη, θαλασσινούς ξυλοφάγους οργανισμούς και έπρεπε να γίνεται αντικατάστασή τους.
Έχει υπολογισθεί ότι ένα μεγάλο μεταλλουργικό κέντρο στην κλασική αρχαιότητα χρειαζόταν τα ξύλα 4.000.000 στρεμμάτων παραγωγικού πρεμνοφυούς δάσους. Στην Αγία Γραφή αναφέρεται ότι για να κτισθεί ο ναός του Σολομώντος απασχολήθηκαν 150.000 εργάτες για την υλοτομία κέδρων και πεύκων και τη διαμόρφωση και μεταφορά ξύλων και λίθων.
Ο Βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσωρ (1150-1120 π.X.) κατέστρεψε πέτρινο αμυντικό τοίχος με φωτιά, η οποία έκαιγε για μεγάλο διάστημα, ώσπου οι πέτρες «κάηκαν» και το τοίχος έπεσε. Για το σκοπό αυτό υλοτομήθηκαν όλα τα δάση της περιοχής και το στρώμα στάχτης που υπάρχει σήμερα έχει πάχος πολλά μέτρα.
Μια γέφυρα που κατασκευάσθηκε το 425 π.X. στο Στρυμώνα (κοντά στην Αμφίπολη) στηριζόταν σε περισσότερους από 12.000 κορμούς δένδρων. Τον 19ο αι. σε πολλές μεσογειακές χώρες πολλά δάση καταστράφηκαν για να γίνουν στρωτήρες σιδηροδρόμων. Στην Ελλάδα πολλά δάση καταστράφηκαν για να γίνουν κιβώτια για σταφίδες, ενώ όλα τα πολύτιμα δρυοδάση έγιναν δάση που παράγουν μόνο καυσόξυλα.
Σημειώσεις: Ο Θεόφραστος (327-287 π.Χ) μαθητής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, έζησε την περίοδο της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου και θεωρείται πατέρας της Βοτανικής και έχει προταθεί ως πατέρας της Δασολογίας και της Οικολογίας. Ο Τσουμής Γεώργιος. τον ονομάζει πατέρα της Υλοχρηστικής με βάση το πέμπτο βιβλίο της «Περί Φυτών Ιστορίας». Η υλοχρηστική είναι κλάδος της Δασολογίας που ασχολείται με τη χρηστική αξία των προϊόντων του δάσους. Από την Υλοχρηστική προήλθε η Επιστήμη και Τεχνολογία Δασικών Προϊόντων, κυρίως του ξύλου.
Ιωάννης Κακαράς, Δασολόγος, διετέλεσε καθηγητής στο Τμήμα Σχεδιασμού και Τεχνολογίας Ξύλου και Επίπλου του ΤΕΙ Καρδίτσας.